ΟΙ ΑΛΒΑΝΟΙ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΟ ΦΥΛΟ

Εξώφυλλο του Έλληνα Αρβανίτη διανοούμενου Λουκά Μπέλλου που εκδόθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα και υποστηρίζει ότι οι Αλβανοί είναι Έλληνες και η γλώσσα τους προέρχεται από τα αρχαία ελληνικά.
Γράφει ο ΜάριοςΔημόπουλος, φιλόλογος-γλωσσολόγος, συγγραφέας

ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Με το ζήτημα της καταγωγής των Αλβανών και της φυλετικής και εθνολογικής τους σχέσης με τους Έλληνες ασχολούμαι εδώ και 20 χρόνια. Φοιτητής γλωσσολογίας τότε της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών, αρχίζοντας να μελετώ το ζήτημα αυτό, άρχισαν να πέφτουν στ χέρια μου σπάνια αλβανολογικά συγγράμματα Ελλήνων αλλά και ξένων φιλολόγων και διανοουμένων.
Γύρω στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα υπήρχε μια τάση ανάμεσα σε Έλληνες επιστήμονες να θεωρούν ότι Αλβανοί δεν είναι απλώς συγγενείς των Ελλήνων αλλά και κατ’ ουσίαν Έλληνες και αυτοί. Εμβαθύνοντας στο θέμα, ανακάλυψα ότι ακόμα και Αλβανοί είχαν την τάση να θεωρούν τους Έλληνες συγγενείς τους και μερικοί να νιώθουν και Έλληνες. Ήταν η εποχή που γεννήθηκε η πελασγική θεωρία, σύμφωνα με την οποία οι Έλληνες και οι Αλβανοί ήταν ο ίδιος λαός. Στα διάφορα βιβλία διάβαζα για κάποιον Αλβανό Αρμπερέση της Ιταλίας φιλόλογο, τον Demetrio Camarda, ο οποίος είχε γράψει ένα ειδικό σύγγραμμα για την αλβανική γλώσσα, στο οποίο υποστήριζε ότι η αλβανική ήταν ένα ελληνικό προομηρικό ιδίωμα. Δυστυχώς το έργο αυτό που κυκλοφόρησε στα μέσα του 19ου αιώνα ήταν δυσεύρετο και έτσι δεν μπορούσα να το μελετήσω. Εκείνη την εποχή είχαν πέσει στα χέρια μου βιβλία, όπως τα Πελασγικά του Θωμόπουλου, το «Αλβανικά ή αι τρεις ζώσαι διάλεκτοι της Ελληνικής γλώσσης» του Λουκά Μπέλλου και άλλα πολλά παρόμοια βιβλία. Δεν μπορούσα όμως να βρω το δυσεύρετο αυτό βιβλίο του Camarda. Αλλά πριν 4 χρόνια περίπου ανακάλυψα σε ένα αμερικανικό παλαιοπωλείο εντελώς τυχαία το βιβλίο αυτό του Camarda. Θεωρούσα ότι είχα χρέος, αφού όλη αυτή η γνώση και η σπάνια βιβλιογραφία βρισκόταν στα χέρια μου να ενημερώσω το ελληνικό και αλβανικό αναγνωστικό κοινό για αυτό το θέμα. Έτσι πριν δυο περίπου χρόνια δημιούργησα μια ιστοσελίδα με τίτλο «ΠΕΛΑΣΓΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΛΒΑΝΟΙ» (www.greeks-albanians.com).

Ο Demetrio Camarda υπήρξε ένας σπουδαίος Αλβανός Αρμπερέσης φιλόλογος που έζησε στην Ιταλία τον 19ο αιώνα και ήταν θεμελιωτής της αλβανικής φιλολογίας, κάτι σαν τον Αδαμάντιο Κοραή της Ελλάδας. Ο Camarda έγραψε ένα βιβλίο στο οποίο προσπάθησε να αποδείξει με γλωσσολογικά επιχειρήματα ότι η Αλβανική γλώσσα είναι ένα Ελληνικό προομηρικό ιδίωμα και υποστήριζε ότι οι Αλβανοί έπρεπε να υιοθετήσουν το ελληνικό αλφάβητο και όχι το λατινικό ως επίσημο αλφάβητο για τη γλώσσα τους. Την εργασία αυτή του Camarda είμαι ο μόνος παγκοσμίως που την έχω επιμεληθεί και την έχω παρουσιάσει μεταφρασμένη στην ελληνική από την ιταλική στην ιστοσελίδα μου www.greeks-albanians.com Αυτή η εργασία είναι πολύ σημαντική, γιατί κατ’ ουσίαν αποτελεί απάντηση σε ορισμένους σύγχρονους αλβανικούς εθνικιστικούς κύκλους που προσπαθούν να αποδείξουν ότι δήθεν η αλβανική γλώσσα είναι αρχαιότερη από την ελληνική ή ότι τάχα δεν υπάρχουν Έλληνες, ενώ και οι ίδιοι οι Αλβανοί είναι κατ’ ουσίαν Έλληνες! http://www.greeks-albanians.com/top-greeks-albanians/gr-m-ga-dem/360-demetrio-camarda
Δυστυχώς οι περισσότεροι Έλληνες και οι Αλβανοί έχουν παχυλή άγνοια γύρω από το ελληνοαλβανικό ζήτημα, και τα δύο κράτη παραπληροφορούν τους υπηκόους τους ή τους αποκρύπτουν την αλήθεια. Πριν τη δημιουργία του αλβανικού κράτους, όταν υπήρχε η προοπτική της ένωσης της Αλβανίας με την Ελλάδα, όλοι οι επιστήμονες έψαχναν να βρουν στοιχεία που να αποδεικνύουν την κοινή καταγωγή Ελλήνων και Αλβανών. Μετά τη δημιουργία του Αλβανικού κράτους, οι ιστορικοί των δύο χωρών λησμόνησαν τους Πελασγούς και τη θεωρία της κοινής καταγωγής, και προσπαθούσαν και οι δύο να αποδείξουν ότι είναι έθνη ανάδελφα. Οι μεν Αλβανοί γνήσιοι απόγονοι των Ιλλυριών, οι δε Έλληνες γνήσιοι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων. Για Πελασγούς σχεδόν κανείς δεν μίλαγε. Και όταν κάποιος μίλαγε, προσπαθούσε να τους οικειοποιηθεί. Έτσι μερικοί Έλληνες υποστήριζαν ότι οι Πελασγοί ήταν και αυτοί Έλληνες, ενώ μερικοί Αλβανοί θεωρούσαν ότι και οι Πελασγοί ήταν Αλβανοί, γι’ αυτό και χρησιμοποιούσαν τον όρο «Πελασγοιλλυριοί». Είναι λυπηρό που πολλοί σύγχρονοι Έλληνες εκφράζονται τόσο αρνητικά και ρατσιστικά για τους Αλβανούς και λένε ανακρίβειες ότι είναι δήθεν Τούρκοι από τον Καύκασο! Δυστυχώς τέτοιες απόψεις πηγάζουν από την εσφαλμένη άποψη ότι οι Αλβανοί είναι μουσουλμάνοι, και συνεπώς όχι Έλληνες! Πρώτον, δεν είναι όλοι οι Αλβανοί μουσουλμάνοι, αλλά μόνο το 40%, ενώ το 30% είναι χριστιανοί, αλλά το σημαντικότερο είναι ότι ελάχιστοι πιστεύουν στην πραγματικότητα στον μουσουλμανισμό. Δεύτερον, η θρησκεία δεν έχει να κάνει με την καταγωγή. Πριν την ανταλλαγή των πληθυσμών επί Βενιζέλου, πολλοί Έλληνες ήταν μουσουλμάνοι που δυστυχώς εκδιώχθηκαν, ενώ η ηγεσία του Ελληνικού κράτους έφερνε μικρασιάτες χριστιανούς ακαθορίστου φυλετικής προέλευσης. Έτσι δημιουργήθηκε η Ελλάς Ελήνων Χριστιανών, και τώρα αναρωτιόμαστε γιατί κινδυνεύει οι Θράκη! Ευτυχώς που οι Μουσουλμάνοι Πομάκοι αντιστέκονται στην τουρκική προπαγάνδα και έχουν επίγνωση των ελληνοθρακικών τους ριζών.
Το νέο βιβλίο του φιλόλογου-γλωσσολόγου Μάριου Δημόπουλου για την ελληνική καταγωγή των Αλβανών http://www.greeks-albanians.com

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ ΤΟΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΙΩΝΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΑΝ ΟΤΙ ΟΙ ΑΛΒΑΝΟΙ ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΗΝΕΣ
Παρουσιάζω αποσπάσματα από βιβλία Ελλήνων επιστημόνων του 19ου και 20ου αιώνα, από όπου θα φανεί ότι οι Έλληνες θεωρούσαν ότι οι Αλβανοί είναι Έλληνες. Αυτό το κάνω, για να το δουν οι σύγχρονοι Έλληνες, οι οποίοι θεωρούν τους Αλβανούς ως έναν ξένο λαό προς τους Έλληνες και πολλοί μάλιστα υποστηρίζουν την αντιεπιστημονική θεωρία ότι τάχα οι Αλβανοί είναι ένα Τουρκικό φύλο που ήρθε από τον Καύκασο τον μεσαίωνα. Ας δούμε αυτά τα αποσπάσματα.
1. Ο Λουκάς Μπέλλος το 1903 έγραψε το υψίστης σημασίας βιβλίο με τίτλο «Αλβανικά ή αι τρεις ζώσαι διάλεκτοι της Ελληνικής γλώσσης», στο οποίο αποδεικνύει με ατράνταχτα επιχειρήματα την ελληνική καταγωγή των Αλβανών.
Ας δούμε μερικά αποσπάσματα από το έργο του.
«Παιδιόθεν και εξ απαλών ονύχων, ου μην αλλά και πατρόθεν και από πάππου και των άλλων προγόνων, την Αλβανίαν εμάθομεν να θεωρώμεν επαρχίαν ελληνικήν, ως και την Ήπειρον και Μακεδονίαν και Θράκην και Μικράν Ασίαν, τους δε Αλβανούς Έλληνας γνησιωτάτους και ελληνικωτάτους, ώσπερ και τους Κρήτας και Κυπρίους, με ταύτην μόνον την διαφοράν, ότι χρώνται κατ’ οίκον ιδία διαλέκτω, καθάπερ οι Τσάκωνες.
Ως δε εκαγχάσαμεν επί τω νεανικώ εξολισθήματι Έλληνος σοφού, γράψαντος ότι οι Τσάκωνες εισίν Ινδοί πειραταί (καθόσον τσάκων ινδιστί σημαίνει πειρατήν, κατά τον σοφόν τούτον!), καταλαβόντες την Λακωνίαν δι’ αεροστάτων βεβαίως, ούτως οικτείρωμεν τους θέλοντας ν’ αποχωρίσωσι τους Αλβανούς των άλλων Ελλήνων. Καθόσον ου μόνον οι ορθόδοξοι χριστιανοί, αλλά και αυτοί οι εξισλαμισθέντες των Αλβανών…μέχρις εσχάτων έσωζον ακεραίαν την συναίσθησιν της ελληνικής αυτών καταγωγής. Περιφρονούντες δε τους άλλους ομοθρήσκους εκαυχώντο και υπερηφανεύοντο, ότι προγόνους είχον τους αρχαίους Έλληνας. Ο γνωστός λ.χ. ανά την Ελλάδα Φράσαρης, ανώτερος αρχηγός του τουρκικού στρατού κατά το 1854, ερίσας προς τους συνάρχοντας Τούρκους, έρριψεν αυτοίς την ύβριν ότι αυτός δεν είναι κονιάρης, αλλ’ έχει προγόνους τους αρχαίους Έλληνας… Ωσαύτως και παρά τοις εν Ιταλία απωκισμένοις Αλβανοίς μέχρι χθες επεκράτει η συναίσθησις της ελληνικής αυτών καταγωγής διό προ ολίγων δεκαετηρίδων εζήτησαν να επανέλθωσιν εις την Μητρόπολιν και κατήλθον τινες εις Ηλείαν της Πελοποννήσου.
Εξετάζοντες δε τους Αλβανούς…βλέπομεν ότι έχουσι ταύτα προς τους άλλους Έλληνας ήθη και έθιμα, ων πλείστων ανέρχονται και μέχρι των ομηρικών έτι χρόνων.
Το ασφαλέστερον όμως και βεβαιότατον τεκμήριον της Ελληνικής των Αλβανών καταγωγής παρέχει η επιστημονική εξέτασις της Αλβανικής διαλέκτου».
Ανατρέποντας τη θεωρία ότι οι Αλβανοί προέρχονται από τον Καύκασο γράφει: «Αλλ’ η επισταμένη της Αλβανικής διαλέκτου μελέτη και ανάλυσις πάντας τους λήρους τούτους ως αράχνης ιστούς το δη λεγόμενον, δύναται να διαλύση, αποδεικνύουσα, ότι ούτοι ήσαν οι αρχαιότατοι κάτοικοι της Ιλλυρικής ή Ελληνικής Χερσονήσου και ουχί όμαιμοι και αδελφοί απλώς των Ελλήνων, αλλ’ η αυτή εκείνη μεγαλουργός και ευγενής φυλή…πολλάς δε προ Ομήρου χιλιετηρίδας κατέχουσα σύμπασαν την ανατολικήν της Μεσογείου λεκάνην μετά και των μεγάλων νήσων Κρήτης και Κύπρου και της εν Ιταλία μεγάλης Ελλάδος και Σικελίας και της Μικράς Ασίας συμπάσης».
2. Ο διακεκριμένος δημοσιογράφος Θ. Α. Πασχίδης το 1879 έγραψε το βιβλίο «Οι Αλβανοί και το μέλλον αυτών εν τω Ελληνισμώ», στο οποίο υποστηρίζει την κοινή καταγωγή των Ελλήνων και των Αλβανών. Κατά τον Πασχίδη οι Αλβανοί είναι Έλληνες. Γράφει συγκεκριμένα: «Του Πελασγικού λοιπόν έθνους των Αλβανών, ου η τύχη ήδη διακυβεύεται, επεχείρησα πετώντι καλάμω σκιαγραφήσαι τον χαρακτήρα, την πίστιν και την διάλεκτον, όπως κατίδη ο Αλβανός, Χριστιανός ή Μωαμεθανός, ότι είν’ Έλλην την καταγωγήν γνήσιος, ουχί δε Σλάβος ή Ιταλός ή Γότθος και ούτω πως συνειδή πού κείται το αληθές συμφέρω αυτώ και ποίον το μέλλον αυτού, αφού ωρίμως και εμβριθώς σκεφθώσιν οι αρχηγοί αυτού μπέυδες ή άρχοντες. Ποιώ λοιπόν έκκλησιν εις τους Ηπειρώτας Αλβανούς, ίνα μελετήσωσιν επισταμένως το ζήτημα τούτο, μηδόλως διδόντες ακρόασιν εις ξενικάς ραδιουργίας, αίτινες σκοπούσιν ίνα ημάς αποχωρίσωσιν, αφού ίδωσιν ότι ως και αυτοί οι ιστορικοί και φιλόλογοι της Ευρώπης υπέρ της συμπνοίας και ομοσπονδίας Αλβανών και Ελλήνων αποφαίνονται».
3. Ο ιατροφιλόσοφος και ερευνητής γλωσσολογίας Ιάκωβος Θωμόπουλος στο βιβλίο του «Πελασγικά» που εκδόθηκε το 1912 αποδεικνύει την Ελληνικότητα των Αλβανών και της γλώσσας τους. Γράφει:
«Η Αλβανική αποδεικνύεται εν τω ημετέρω έργω ουχί μόνον Πελασγική, αλλά και προς την Ελληνικήν συγγενεστάτη και οιωνεί Ελληνική τις διάλεκτος. Διότι τούτο μεν πάντες οι φθογγικοί αυτής νόμοι και πολλοί γραμματικοί σχηματισμοί εισί κοινοί και εν τη Ελληνική, τούτο δε ουδεμία σχεδόν Αλβανική λέξις υπάρχει η μη ευρισκομένη εν τοις ελληνικοίς λεξικοίς. Η σύγκρισις του Πελασγικού κειμένου προς την Αλβανικήν μετάφρασιν ή μάλλον ειπείν παράφρασιν αποδεικνύει την ταυτότητα της αρχαίας Ελληνο-Πελασγικής προς την νεωτέραν Ελληνο-Πελασγικήν ήτοι Αλβανικήν. Η δε παραβολή αμφοτέρων τούτων προς την αρχαϊκήν Ελληνικήν πείθει πάντα, ότι η αρχαία Ελληνο-Πελασγική ως και η νεωτέρα ή Αλβανική ουδέν άλλον εισίν ή απλούν Πρωτοελληνικόν ιδίωμα. Κατατάσσομεν δε ταύτην (την Αλβανική) μετά της Θρακο-φρυγικής εν τη μεγάλη οικογενεία των Ελληνικών γλωσσών. Επειδή δε η γλώσσα των νυν εν τη αρχαία Ιλλυρία οικούντων Αλβανών αποδεικνύεται Πελασγική, ομόγλωσσοι δε φυσικώ των λόγω εικάζονται και οι παλαιοί Ιλλυριοί, η αρχαία Ιλλυρική φαίνεται αναγομένη, ως και η σημερινή Αλβανική, εις τον Πελασγικόν κλάδον της οικογενείας των Ελληνικών γλωσσών. Οι Αλβανοί εισίν έθνος Ελληνο-Πελασγικόν».
Αλλά και Έλληνες επιστήμονες στα μέσα του 20ου αιώνα υποστήριζαν την Ελληνική καταγωγή των Αλβανών. Ας δούμε τι έγραφαν.
1. Ο ανθρωπολόγος Ιωάννης Κούμαρης, ιδρυτής της Ελληνικής Ανθρωπολογικής Εταιρείας, είχε υποστηρίξει την κοινή καταγωγή Ελλήνων και Αλβανών και μάλιστα την Ελληνική καταγωγή των Αλβανών. Ας δούμε τι έγραψε στην εγκυκλοπαίδεια Ήλιος (τόμος Β, σελ. 488-489):
«Οι Αλβανοί…κατάγονται παρ’ όλας τας μίξεις από τους Πελασγούς (πρωτοέλληνας). Εκείνο το οποίον ανέκαθεν έκαμεν εντύπωσιν εις τους ερευνητάς, είναι το γεγονός ότι ενθυμίζουν εις τα χαρακτηριστικά του προσώπου κατά πλείστον τους Έλληνας, οι Τόσκηδες κυρίως. Και είναι φυσικόν τούτο εφ’ όσον και οι δύο, Αλβανοί και Έλληνες, προέρχονται εκ του πρωτοελληνικού φύλου των Πελασγών.
Και η Μυθολογία με τον εκ Βοιωτίας Ιλλυριόν και η προϊστορία, κατά την οποία συγχέονται οι πρώτοι κάτοικοι Ιλλυριοί της Δ. Βαλκανικής με τους ακολουθούντας γειτονικούς Έλληνας ή προέλληνας Πελασγούς, υποδεικνύουν πόσον άφθονον αίμα ελληνικόν ρέει εις τας φλέβας των νοτίων Αλβανών.
Η Φυσική Ανθρωπολογία έπειτα δίδει στοιχεία…ενδεικτικά της συγγενείας Αλβανών (Ιλλυριών) και Ελλήνων και ιδία των νοτίων Αλβανών και Ηπειρωτών…Η ιστορία των Αλβανών με την επανειλημμένην “αδέλφωσιν”, αλλά και με το “αδελφικόν” μίσος άλλοτε, επικυροί την στενήν συγγένειαν με τους Έλληνας. Η γλωσσολογία κατέδειξεν από πολλού την στενήν συγγένειαν των δύο γλωσσών. Η εθνολογία και η ηθογραφία (λαογραφία) των δύο λαών παρουσιάζουν άπειρα σημεία συναντήσεως, εις τα ήθη και έθιμα, την ποίησιν, τας παραδόσεις ακόμη, τα παραμύθια, το ένδυμα, την οικοδομικήν, με τον ελληνομεσογειακόν τύπον καθόλου κ.λπ. Η μίξις τέλος Νοτιοαλβανών και Ελλήνων, η ευκολία της διασταυρώσεως, η αναζήτησίς των, θα ελέγομεν, από παλαιοτάτων χρόνων, αποδεδειγμένως πείθει περί της στενής συγγενείας αυτών. Η εξελλήνισις των Αλβανών, αλλά και η εξαλβάνισις των Ελλήνων ενθυμίζουν τας ενώσεις των εκάστοτε τύπων μιας και της αυτής ομάδος. Οι Αλβανοί της Ελλάδος έχουν τελείως και από αιώνων αφομοιωθή…πλήρως με την ελληνικήν φυλήν». .
2. Ο στρατηγός Ξέρξης Λίβας στο βιβλίο του με τίτλο «Η Αιγηίς κοιτίς των Αρίων και του Ελληνισμού», που πήρε βραβείο Ι. Κούμαρη της Ελληνικής Ανθρωπολογικής Εταιρείας, υποστηρίζει την ελληνική καταγωγή των Αλβανών. Ας δούμε ορισμένα αποσπάσματα από το έργο του: «Δια τους Αλβανούς δύναται να λεχθή, ότι δεν υφίσταται θέμα από της τιθεμένης απόψεως, διότι (και αν ακόμη ήθελον θεωρηθή ως εκπρόσωποι των αρχαίων Ιλλυριών) είναι πανθομολογουμένως αυτόχθονες της Βαλκανικής και ανήκουν κατ’ ακολουθίαν εις την γενικήν Πελασγικήν ομοφυλίαν… Διά τούτο φυσικά (κατά τον Κ. Άμαντον, Οι Βόρειοι Γείτονες της Ελλάδος – 1923, σελ. 178, “Ο Cvijitch, ο γνωστός Σέρβος εθνολόγος και γεωγράφος, (παρετήρησε και) γράφει ότι πολλάκις δεν διακρίνονται οι Τόσκοι των Ελλήνων, τόσον πολύ ομοιάζουν».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Ο ΔΙΑΣΗΜΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΟΣ ΑΡΗΣ ΠΟΥΛΙΑΝΟΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΚΟΙΝΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΑΛΒΑΝΩΝ
Ο διάσημος ανθρωπολόγος Άρης Πουλιανός έχει ξεκάθαρα υποστηρίξει την κοινή καταγωγή Ελλήνων και Αλβανών. Συγκεκριμένα ο Πουλιανός δήλωσε σε συνέντευξή του στον δημοσιογράφο Γ. Στάμκο που δημοσιεύθηκε στη Μυστική Ελλάδα:
«Εγώ θεωρώ πιο Έλληνες τους Αλβανούς. Μοιάζουν τρομερά με εμάς, όλη η Ήπειρος, είτε το κομμάτι της Ελλάδας είτε της Αλβανίας. Το 1982 στο συνέδριο των Ιλλυριών, που έγινε στα Τίρανα, και ήμουν καλεσμένος μαζί με τον καθηγητή Μαρινάτο και την Αρβελέρ, τους είπα τις απόψεις μου, και οι ίδιοι επιμένανε να μιλάω Ελληνικά στο συνέδριο επί Εμβέρ Χότζα. Τους είπα πως είμαστε ένα πράμα, μια φάτσα». Και όταν ο Γ. Στάμκος είπε στον Αρη Πουλιανό ότι «Κι όμως, βλέπετε πόσο περίεργο είναι που ο ελληνικός ρατσισμός στις μέρες μας είναι πιο εχθρικός απέναντι στους Αλβανούς, με τους οποίους, όπως λέτε, έχουμε αυτές τις ομοιότητες και αυτή την ιστορική σχέση», ο Άρης Πουλιανός απάντησε: «Είναι φοβερό! Αυτό είναι φασισμός! Είναι πέρα για πέρα παρανοϊκό! Γι' αυτό κι εγώ ποτέ δεν ξεχώρισα τους Αλβανούς από τους Έλληνες».
Σε παλιότερη συνέντευξή του στο περιοδικό Δαυλός (τεύχος 127, Ιούλιος 1992) ο Πουλιανός μιλώντας για τις ανθρωπολογικές του μελέτες που αποδεικνύουν την αυτοχθονία των Ελλήνων ανέφερε: «Στα ίδια συμπεράσματα για την αυτοχθονία των μεσαιωνικών σκελετών (6ου-10ου αιώνα) της περιοχής του καταλήγει ο αξιόλογος Αλβανός ανθρωπολόγος Αλέξανδρος Δήμα. Οι Αλβανοί ανθρωπολόγοι είναι τελείως πεπεισμένοι για την αυτοχθονία των συμπατριωτών τους».


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
ΓΕΝΕΤΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΠΟΥ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΝ ΤΗΝ ΚΟΙΝΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΑΛΒΑΝΩΝ


Η γενετική αυτή μελέτη αποδεικνύει ότι οι Έλληνες και οι Αλβανοί έχουν κοινή καταγωγή.



Άλλη μια γενετική μελέτη που αποδεικνύει ότι οι Έλληνες και οι Αλβανοί έχουν κοινή καταγωγή. Αμέσως μετά ακολουθούν οι Βούλγαροι.
Η εικόνα έχει ληφθεί από την ιστοσελίδα του dienekes, http://dienekes.blogspot.com/search/label/Slavs?updated-max=2006-11-07T21%3A49%3A00%2B02%3A00&max-results=20


ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΔΙΔΑΣΚΑΜΕ ΤΟΝ 19ο ΑΙΩΝΑ ΟΤΙ ΟΙ ΑΛΒΑΝΟΙ ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΕΛΑΣΓΟΙ. ΟΙ ΝΟΜΟΘΕΤΕΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΘΕΩΡΟΥΣΑΝ ΤΟΥΣ ΑΛΒΑΝΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ
Ας δούμε όμως τι πίστευαν οι Έλληνες επιστήμονες τον περασμένο αιώνα. Οι Έλληνες μαθητές στα μέσα του 19ου αιώνα μάθαιναν στο σχολείο ότι οι Αλβανοί είναι Ελληνικό φύλο. Σε ένα σχολικό εγχειρίδιο Ιστορίας του 1864 διαβάζουμε: «Κοινό σύμβολο όλων ημών η ομόνοια και η ένωσις. Μηδέ των Αλβανών αυτών εξαιρουμένων. Επειδή και αυτοί Έλληνες εισί, μάλιστα δε οι άμεσοι των Πελασγών απόγονοι». Αυτό το απόσπασμα περιέχεται στο βιβλίο της Χριστίνας Κουλούρη ''Ιστορία και Γεωγραφία στα ελληνικά σχολεία (1834-1914)'', σελ. 202.
Σύμφωνα με ελληνικό νόμο του 1904 στη στρατιωτική σχολή Ευελπίδων μπορούσαν να εισέλθουν Έλληνες και Αλβανοί , ως Έλληνες το γένος. Θεωρεί δηλαδή ο νομοθέτης του ελληνικού βασιλείου τους Αλβανούς ως ομογενείς. Βασιλικό Διάταγμα της 10ης Αυγούστου 1904 "Περι Εισαγωγής και εκπαιδεύσεως εν τω Στρατιωτικώ Σχολείω των Ευελπίδων αλλοδαπών ελληνικής ή αλβανικής καταγωγής" (Φ.Ε.Κ. 184 Α' , 14-08-1904): «Αλλοδαποί ων ο πατήρ ή η μήτηρ είναι ομογενείς, ήτοι Έλλην ή Αλβανός την καταγωγήν, επιτρέπεται να εισάγωνται και εκπαιδεύωνται εν τω στρατιωτικώ σχολείω». Οι Έλληνες και οι Αλβανοί του εξωτερικού που δεν έχουν την Ελληνική ιθαγένεια θεωρούνται για το νομοθέτη του 1904 εξίσου ομογενείς και είναι αδελφοί στην καταγωγή και έτσι θεωρείται ότι οι Αλβανοί μπορούν να υπαχθούν στο Ελληνικό έθνος.

ΟΙ ΑΛΒΑΝΟΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΓΟΝΟΙ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΗΠΕΙΡΩΤΩΝ
Οι Αλβανοί σε μεγάλο βαθμό κατάγονται από τους αρχαίους Ηπειρώτες. Αξιοσημείωτο είναι ότι στις παραδόσεις των Αλβανών δεν υπάρχουν αναφορές για καταγωγή τους από τους Ιλλυριούς αλλά από τους Ηπειρώτες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η απάντηση του Αλβανού ήρωα Σκεντέρμπεη σε έναν πρίγκιπα του Τάραντα που ειρωνευόταν τους Αλβανούς και δεν τους είχε ικανούς να αντισταθούν στους Τούρκους: «Δεν τους ξέρεις καλά τους Αρβανίτες μου…Οι πρόγονοί μας ήταν Ηπειρώτες, από τους οποίους βγήκε εκείνος ο Πύρρος, στου οποίου την ορμή μόλις που μπόρεσαν να αντισταθούν οι Ρωμαίοι. Εκείνος που πολεμώντας κυρίευσε τον Τάραντα και άλλες χώρες της Ιταλίας…Αν λάβεις δε υπόψη σου ότι η Αλβανία αποτελεί μέρος της Μακεδονίας, θα ομολογήσεις ότι ακόμα πιο ευγενείς ήταν οι πρόγονοί μας, που με τον Μ. Αλέξανδρο επικεφαλής έφθασαν ώς τις Ινδίες. Από εκείνους κατάγονται αυτοί που εσύ ειρωνεύεσαι» (Κ. Μπίρη, Αρβανίτες, οι Δωριείς του Νεώτερου Ελληνισμού, σελ. 24). Ο Αλβανός ιστορικός και Καθολικός ιερέας στη Σκόδρα Marin Barleti (1450-1513), που έγραψε βιογραφία του Σκεντέρμπεη γράφει: «Arberit jane fis bujar, fis mbreterish, gkjak aiakidesh» που σημαίνει: «Οι Αλβανοί είναι μια γενναία φυλή, μια φυλή βασιλιάδων, αίμα Αιακιδών». Τόσο λοιπόν ο Σκεντέρμπεης όσο και ο Marin Barleti θεωρούσαν ως προγόνους τους όχι τους Ιλλυριούς αλλά τους Ηπειρώτες. Μάλιστα ο Barleti θεωρούσε ότι οι Αλβανοί κατάγονται από τους Αιακίδες, και πανθομολογουμένως αναγνωρίζεται ότι οι Αιακίδες ήταν Έλληνες. (Ακόμα και ορισμένοι Αλβανοί που αρνούνται την ελληνικότητα των αρχαίων Ηπειρωτών, αναγκάζονται να δεχθούν την ελληνική καταγωγή των Αιακιδών). Και σήμερα αν κάποιος πάει στην Αλβανία, θα δει ότι η παραδοσιακή τους μουσική είναι η ηπειρωτική. Και όχι μόνο αυτό. Νεαροί καλλιτέχνες φτιάχνουν μοντέρνες εκδοχές ηπειρωτικών τραγουδιών, και τέτοια ηπειρωτικά τραγούδια ακούγονται κάθε μέρα στις αλβανικές τηλεοράσεις και από άτομα μικρών ηλικιών, όταν στην Ελλάδα δεν ακούμε την παραδοσιακή μας μουσική, αλλά κυριαρχούν τα τσιφτεντέλια και τα σκυλάδικα!

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

Τα αλβανικά προέρχονται από την αιολική διάλεκτο της ελληνικής γλώσσας
Πολλοί αμφισβητούν τη σχέση της Ελληνικής με την Αλβανική, αλλά όλοι οι σπουδαίοι Έλληνες αλβανολόγοι, όπως ο Παναγιώτης Κουπιτώρης, ο Λουκάς Μπέλλος και ο Ιάκωβος Θωμόπουλος επιβεβαιώνουν τη συγγένεια της αλβανικής με την ελληνική γλώσσα. Ο Ιάκωβος Θωμόπουλος στο βιβλίο του Πελασγικά γράφει: «Η Αλβανική αποδεικνύεται εν τω ημετέρω έργω ουχί μόνον Πελασγική, αλλά και προς την Ελληνικήν συγγενεστάτη και οιωνεί Ελληνική τις διάλεκτος. Διότι τούτο μεν πάντες οι φθογγικοί αυτής νόμοι και πολλοί γραμματικοί σχηματισμοί εισί κοινοί και εν τη Ελληνική, τούτο δε ουδεμία σχεδόν Αλβανική λέξις υπάρχει η μη ευρισκομένη εν τοις ελληνικοίς λεξικοίς». Ομοίως και ο Λουκάς Μπέλλος στο βιβλίο του «Αλβανικά ή αι τρεις ζώσαι διάλεκτοι της Ελληνικής γλώσσης» υποστηρίζει ότι η Αλβανική είναι διάλεκτος της Ελληνικής γλώσσας. Ο Παναγιώτης Κουπιτώρης στο βιβλίο του «Αλβανικαί Μελέται» υποστηρίζει ότι η Αλβανική είναι Πελασγική γλώσσα που προέρχεται από την Ελληνική και τη Λατινική. Η γνώμη του ελέγχεται ως εσφαλμένη, αφού η Αλβανική είναι αρχαιότερη της Λατινικής. Αυτό φαίνεται από το ακόλουθο παράδειγμα: Η λατινική λέξη haruspex αρχικά σήμαινε τον οιωνοσκόπο, αυτόν που μάντευε από την πτήση των πτηνών. Η λέξη αυτή προέρχεται από τις αλβανικές λέξεις χαρ που σημαίνει διακρίνω και το σπεs σπιζία που σημαίνει όρνεα. Άρα το haruspex προέρχεται από τα αλβανικά har+spes, που σημαίνει αυτός που διακρίνει τα όρνεα, άρα ο οιωνοσκόπος. Αφού μια αρχαϊκή λατινική λέξη ετυμολογείται μέσω της Αλβανικής, αυτό σημαίνει ότι η Αλβανική είναι τόσο αρχαία γλώσσα όσο η Λατινική ή ότι είναι αρχαιότερη της Λατινικής.
Δεν υπάρχουν ουσιώδεις διαφορές ανάμεσα στην Ελληνική και στην Αλβανική. Το ερώτημα όμως είναι από ποια διάλεκτο της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας προήλθε η Αλβανική. Κατά τη γνώμη του Λουκά Μπέλλου η αλβανική προέρχεται από την αιολική διάλεκτο.
Αποδείξεις για αυτό αποτελούν τα εξής:
α) Η τροπή του ω σε ου. Για παράδειγμα γλjούχα = γλώσσα, ου και ουν από το ιών (στα βοιωτικά το εγώ).
β) Η τροπή του ο σε ου. Για παράδειγμα ούδε από το οδός, δούκετ από το δοκεί, στο άρθρο μίκ-ου = ο φίλος, πλjακ ου = ο γέρος.
γ) Το δίγαμμα, το οποίο στην αιολική τρέπεται σε γ. Οι Αιολείς έλεγαν γοίδημι = οίδα, γοίνος = οίνος, οι Βοιωτοί έλεγαν γίπον = είπον, γισχύν = ισχύν
Ομοίως και στην Αλβανική το δίγαμμα τρέπεται σε γ. Για παράδειγμα γjαστ = έξ, γjακ = αίμα.
δ) Το θηλυκό κύριο άρθρο α. Για παράδειγμα νούσε α = η νύφη.
ε) Η σπανιότητα του δασέος πνεύματος και η έλλειψη δυϊκού αριθμού, που αν είχε, θα τα έσωζε η αλβανική, γνωστού όντος του συντηρητικού της πνεύματος. Χαρακτηριστικό της αιολικής διαλέκτου είναι η ψίλωση των φωνηέντων και η έλλειψη δυικού αριθμού.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι Αιολείς κατά τον Ηρόδοτο ονομάζονταν παλαιότερα Πελασγοί, ώστε η αιολική δύναται να ονομαστεί και πελασγική διάλεκτος. Κατά την πελασγική περίοδο σχηματίστηκε η Αλβανική γλώσσα από την Αιολική διάλεκτο.

Ετυμολογία αλβανικών λέξεων από πανάρχαιες ελληνικές λέξεις
Παρουσιάζω δειγματοληπτικά ορισμένες αλβανικές λέξεις ετυμολογούμενες από αρχαίες ελληνικές λέξεις. Αυτό αποτελεί μια άλλη απόδειξη της Ελληνικής καταγωγής της Αλβανικής γλώσσας και ότι στην ουσία τα Αλβανικά είναι μια πανάρχαια Ελληνική διάλεκτος. Μελλοντικά θα προβώ σε πλήρη ανάλυση της αρχαιοελληνικής προέλευσης της αλβανικής γλώσσας.

1. ούδε-α (udhë), γκεγκ. ούλε-α = η οδός. Προέρχεται από την ελληνική λέξη οδός, με κώφωση ουδός. Στα Αλβανικά αφαιρείται η κατάληξη –ος, άρα έχουμε ούδε.. Πρβλ. ουδετάρ (udhetar) = οδηγός. Στην γκεγκική υπάρχει εναλλαγή του δ σε λ (ούδε, ούλε = οδός). Η εναλλαγή του δ και του λ υπάρχει. και στα ελληνικά, π.χ. λάφνη = δάφνη, Περγαῖοι (Ησύχ.), λίσκος = δίσκος (Ησύχ.), λυττεύς ή λυσσεύς αντί δυσσεύς επί αρχαϊκών αγγείων της Αττικής.
2. τσε, τσ’ (ç) (και κις) αντωνυμία ερωτηματική και αναφορική «τίς; όστις», άκλιτος σε όλα τα γένη και αριθμούς. Πρβλ. το κυπριακό σί = τι;, σ βόλε = τι θέλεις; Κύπριοι (Ησυχ.) και το τσακωνικό τσι = ποιος;
3. νεφ ή νεh = αριθμώ, και νοφ ή νοh (njoh) = γνωρίζω, λαμβάνω γνώση. Στον Ησύχιο υπάρχουν οι τύποι νένοφε, νενόφοται που σημαίνουν «έχει νοηθεί». Αυτοί οι τύποι δείχνουν ότι θα υπήρχε ο τύπος «νοφέω-», από όπου προήλθε το αλβανικό νοφ ή νοh (njoh).
4. φούσεα (fushë) = λειμώνας, πεδιάδα από το ελληνικό πίσεα, πίσεα ποιήεντα, λειμώνες ποώδεις Όμηρ.).
5. μαρ (marr) = λαμβάνω από το ελληνικό μάρπτω.
6. σίελ (sjell) ή σιλ. Προέρχεται από το ελληνικό ιάλλω (*σιάλλω) που έχει ακριβώς τις ίδιες σημασίες που έχει το αλβανικό σίελ. Μια σημασία του σίελ είναι στέλνω, φέρνω (π.χ. kush ti solli? = ποιος σε έστειλε/έφερε;). Την ίδια σημασία έχει και το ελληνικό ιάλλω. Πρβλ. επί Δωδώνης…θεοπρόπους ίαλλεν, Αισχ. Πέρσαι 659, ιάλλειν άγγελον, Θεογν. 473. Το σίελ έχει και τη σημασία του ρίχνω στα γκέγκικα (π.χ. sjell ne gur = ρίχνω πέτρα ή λίθο). Την ίδια σημασία έχει και το ιάλλω. Πρβλ. ὀιστόν ίαλλεν = βέλος έριχνε, Ιλιάδα Θ. 300, 309.
7. βάλεν (vallen) = χορός. Προέρχεται από το ελληνικό βαλλισμός που σημαίνει χορός. Αυτή τη λέξη τη διασώζει ο Ησύχιος. Να προσεχθεί ότι έχει δύο λ, όπως και η αλβανική λέξη.
8. hέλι (hel)= ο οβελός, η σούβλα. Προέρχεται από το ελληνικό λος (=hήλος) που σημαίνει καρφί. Στην αρχαιότητα πριν τον 5ο αιώνα το η δεν προφερόταν ως ι αλλά ως ε. Επομένως η λέξη ήλος προφερόταν ως hέλος. Άρα οι λέξεις hέλος και hέλι είναι ομόρριζες, αν και όχι ταυτόσημες σημασιολογικά.
9. φρύμε-α και φρίμε-α (frymë) = πνοή, πνεύμα, αναπνοή. Προέρχεται από το ελληνικό ρήμα φριμάσσω που σημαίνει φυσώ με τα ρουθούνια. Το ουσιαστικό φρύμε-α προέρχεται από το ρήμα φρύj, φρυν ή φριν που σημαίνει πνέω. Ομόρριζο με αυτό το ρήμα είναι και το ελληνικό φρένες που σημαίνει όργανο της αναπνοής, πνεύμα, διάνοια.
10. κυ, κύj (ky) = αυτός (δεικτική αντωνυμία). Ομόρριζο με το ελληνικό κ-νος, -κεν-ος.
11. αβίς (avis) = προσεγγίζω, πλησιάζω, γειτονεύω. Προέρχεται από το ελληνικό ίσσω (αFίσσω) που σημαίνει ορμώ, με ορμή, με πόθο φέρομαι προς κάτι, επιποθώ.
12. ε (e) = αντωνυμία κτητική 3ου προσώπου κοινού γένους επί θηλυκού κτήματος. Είναι όμοια με την ελληνική αντωνυμία εή.
13. νούσε-jα (nuse) = η νύφη, ομόρριζο με το τσακωνικό νύθη, που προφέρεται ως νούθε. Άρα νούσε-jα και νούθε είναι ίδιες λέξεις.
14. άμα (e ama) = μητέρα. Προέρχεται από την ελληνική λέξη αμμάς που σημαίνει μητέρα και τη διασώζει ο Ησύχιος.
15. βίsε = οίκος, σπίτι, τόπος. Προέρχεται από το ελληνικό στία που σημαίνει οικία και στα ιωνικά είναι στίη (με δασεία) και με το δίγαμμα F Fιστίη.
16. σερόν (shëron) = γιατρεύω, θεραπεύω. Προέρχεται από το ελληνικό ρύομαι (*σερύομαι) που σημαίνει σώζω.
17. σερρόν ή σαρρόν (sherron ή sharron) = χάνομαι, φθείρομαι. Προέρχεται από το ελληνικό ρρω, Fέρρω (*σέρρω) και Fάρρω ή βάρρω που σημαίνει χάνομαι. Στην αλβανική σώζεται το ρήμα έχοντας προθεματικό σ αντί F.
18. αΰ ή αΐ (ai) = αυτός. Προέρχεται από το Κρητικό και Λακωνικό ας ή ας. «Ας. αυτός, Κρήτες και Λάκωνες» (Ησύχιος).
19. α – α/ jα – jα = ή – ή. Όμοιο με το ελληνικό διαζευκτικό (αντί *Fή).
20. μάλι (mal) = Στα Αλβανικά το μάλι σημαίνει τα εξής:
α) πλήθος. Προέρχεται από το ελληνικό μάλα που σημαίνει άθροισμα κατά τον Ησύχιο ή από το ομηρικό μάλα που σημαίνει πολύ.
β) πόθος. Π.χ. με μερρ μάλι = με καταλαμβάνει πόθος. Προέρχεται από το ρήμα μαλι που σημαίνει ζητώ. Το ρήμα αυτό το διασώζει ο Ησύχιος (Γράφει ο Ησύχιος: μαλιες = ζητες, μαλητέον = ζητητέον, μαλαφν = ζητν). Συγγενή προς αυτά είναι και το μέλε = ποθητέ, αγαπητέ που έλεγαν οι Αττικοί καθώς και το μαλιώτερα = προσφιλέστερα. Και αυτές τις λέξεις μας τις παραδίδει ο Ησύχιος.
γ) βουνό. Προέρχεται από το ελληνικό μάλα που σημαίνει βούνισμα κατά τον Ησύχιο. Πρβλ. και το μάλεοι που σημαίνει όριοι κατά τον Ησύχιο.
21. hα (ha) = τρώω. Προέρχεται από το ελληνικό ω που σημαίνει χορταίνω. Ο Ησύχιος γράφει: σαι = χορτάσαι. Η μετοχή του hα είναι νγράνε (ngrenë). Προέρχεται από τα «γραίνειν = σθίειν, γρ = φάγε, Κύπριοι» (Ησύχιος).
22. φάj = χορταίνω. Προέρχεται από το ελληνικό έφαγον, φαγεν.
23. βdαρ ή βαρ, βdίερ ή βίερ, βdιρ ή βιρ = φθείρω ή φθίνω, απόλλυμαι. Προέρχεται από το ελληνικό φθείρω.
24. jep = δίνω. Ο Θωμόπουλος σχετίζει αυτό το ρήμα με το ελληνικό πάζω που σημαίνει δίνω, επακολουθώ.
25. αρατίς (arratis). Προέρχεται από το ελληνικό ράσσω, ράττω και σημαίνει:
α) φυγαδεύω, απομακρύνω, αποδιώκω. Πρβλ. το ελληνικό ραχθείς που σημαίνει διωχθείς κατά τον Ησύχιο.
β) κρημνίζω, συντρίβω. Αυτή τη σημασία έχει και το ελληνικό ράσσω. Γράφει ο Ηρόδοτος (VI 44): «ο μν (των ναυαγησάντων Περσών) π τν θηρίων (της θάλασσας) διεφθείροντο ρπαζόμενοι, ο δ πρς τς πέτρας ρασσόμενοι», δηλαδή κατακρημνιζόμενοι, συντριβόμενοι.
26. jερετίς = πράττω. Το ρήμα αυτό λέγεται στη Σκόδρα. Ο Θωμόπουλος το σχετίζει με το ελληνικό ρδω, *Fέρδω, *γέρδω (αντί Fερέδω).
27. γκιάλε (ngjallë) = υγιής, ζωντανός. Προέρχεται από το ελληνικό καλός με την αρχική σημασία τού ‘σώος, υγιής’, από όπου και η σημασία του ‘εύμορφος, ωραίος’.
28. νγάλjεμ, νγαλjόhεμ = κωλύομαι, κατέχομαι, χωλαίνω, αδυνατώ να βαδίζω. Προέρχεται από το ελληνικό γηλιομαι που σημαίνει κατέχομαι. Ο Ησύχιος μας παραδίδει τις εξής λέξεις: γηλισθαι = κατέχεσθαι, γηλουμένους = συνειλημμένους, γηλιώμενοι = κατεχόμενοι.
29. στεπί-α (shtëpi τοσκικά) ή σπί-α (shpi γκεγκικά) = σκεπή, οικία. Ο Θωμόπουλος το συσχετίζει με το ελληνικό σπέος, σπεος που σημαίνει σπήλαιο. Είναι ίδια λέξη με το ελληνικό σπίτι.
30. σόκ-ου (shok-u) = σύντροφος, συνέταιρος. Κάποιοι θεωρούν ότι προέρχεται από το λατινικό socius. Εμείς θεωρούμε ότι τόσο το αλβανικό σόκ-ου όσο και το λατινικό socius προέρχονται από το ελληνικό σωκέω- που σημαίνει βοηθάω. Γράφει ο Ησύχιος «σωκεν = βοηθεν». Ή μπορεί να προέρχεται από το ομηρικό πάων (*σοπάων) που σημαίνει ‘οπαδός, εταίρος’.
31. ούjκ-ου = λύκος. Προέρχεται από το ελληνικό λύκος με αποβολή του αρχικού λ, λύκος = ύκ-ος και με προφορά του υ ως ου έχουμε τον τύπο ούκ-ος. Επομένως ούjκ-ου και ούκ-ος είναι η ίδια λέξη. Αποβολή του αρχικού λ συμβαίνει στην Ελληνική, ιδίως στην Ιωνική, όπως εβω αντί λείβω, γδη αντί λίγδος, αψηρός αντί λαιψηρός, φύσσω αντί λαφύσσω κ.λπ. Αυτό συμβαίνει και στην Τσακωνική διάλεκτο, όπως αύρα = λαύρα, αγό = λαγός, άχανε = λάχανο, όγο = λόγος.
32. ουνί-α (uni γκέγκικα), ουρί-α (uri τόσκικα), ού-νι, ού-jα = πείνα, λιμός. Προέρχεται από το ελληνικό ονιος που σημαίνει ‘στερημένος, ενδεής’ και είναι ίδια λέξη με το ενις, όπως παραδίδει ο Ησύχιος.
33. εδέ (edhe) = και. Είναι το ομηρικό δέ. Στα Αλβανικά λέγεται και ‘δε’.(dhe), το οποίο είναι το ελληνικό δέ. Οι Αλβανοί της Σικελίας λένε βηδέ, δηλαδή Fηδέ, το οποίο είναι το ομηρικό δέ με το δίγαμμα F. Έχουν μάλιστα και το μηδέ που δεν είναι άλλο από το ελληνικό μηδέ.
34. τσφακ (çfaq) = κάνω κάτι φανερό, αποκαλύπτω, φανερώνω. Το τσφακ γίνεται από την πρόθεση τσε που σημαίνει ‘εκ’ και το ρήμα *φακ, το οποίο βρίσκεται μόνο σε σύνθετα. Και τα δύο προέρχονται από ελληνικές λέξεις. Το τσε προέρχεται από το ελληνικό κ. Ας δούμε πώς σχηματίστηκε. Έγινε μετάθεση του κ στην αρχή, δηλαδή το κ έγινε ‘κε’. Στη συνέχεια το κ προφέρθηκε ως τσ, και έχουμε το αλβανικό τσε. Τέτοιες μεταθέσεις γίνονται και στα ελληνικά. Η πρόθεση εκ/εξ έγινε ξε, όπως στο ξεφανερώνω. Το *φακ είναι το ελληνικό φάω, φαέθω, φαίνω που σημαίνει ‘λάμπω’.
35. φάκε-jα (faqe) = πρόσωπο. Πολλοί το ετυμολογούν από το λατινικό facies που σημαίνει ‘όψη, πρόσωπο’. Κατά τη γνώμη μας τόσο η λατινική όσο και η αλβανική λέξη προέρχονται από την ελληνική ρίζα φα-, από όπου σχηματίζονται τα ρήματα φάω, φαέθω και φαίνω. Η ρίζα φα- προσλαμβάνει δ στο φαδος που σημαίνει ‘όψη’ (Ησύχιος) και κ στο φαικς που σημαίνει λαμπρός (Ησύχιος).
36. dούα (dua), dο, do = θέλω, θέλεις θέλει. Προέρχεται από κρητικό ρήμα λ, λες λε αντί δ, δες, δε με εναλλαγή του λ σε δ, η οποία συμβαίνει συχνά στην αρχαία Ελληνική. Κατ’ άλλη εκδοχή προέρχεται από το δήω που σημαίνει ‘ζητώ’.
37. λιπς (lips) = λείπω. Προέρχεται από το ελληνικό ρήμα λείπω (αόριστος -λιπ-ον). Από αυτό το ρήμα προέρχεται και το αλβανικό ουσιαστικό λιπσί-α που σημαίνει έλλειψη.
38. λιπ, λίπεϊj, λυπ (lyp), λύπι, λύπιj, λύπιν, λύπεν = ζητώ, επιποθώ, ζητώ ελεημοσύνη, επαιτώ. Προέρχεται από το ελληνικό ρήμα λίπτω, λίπτομαι που σημαίνει ‘επιθυμώ σφοδρά’. Ο Ησύχιος παραδίδει το ουσιαστικό λψ που σημαίνει ‘επιθυμία’ εξ’ ου και η λέξη λιψουρία που σημαίνει ‘επιθυμία προς ούρηση’ (Αισχύλος Χο. 756).
39. φσάj = στενάζω, αναστενάζω, γογγύζω. Ο Θωμόπουλος (Πελασγικά, σελ. 94) το σχετίζει με το ελληνικό ρήμα φυσάω που σημαίνει ‘πνέω, φυσώ’.
40. πι (pi) = πίνω. Προέρχεται από το ελληνικό ρήμα πίνω.
41. μουν, μούj, μουνd (mund) = μπορώ, είμαι ισχυρός, καταβάλλω, νικώ. Όπως αποδεικνύεται από τη δεύτερη ετεοκρητική επιγραφή που ερμήνευσε ο Θωμόπουλος, το ρήμα αυτό στην αρχαιότητα είχε τη σημασία του αλβανικού ρήματος μουνdόj (mundoj), μουνdόν (mundon), μουνόν, ‘ζητώ, προσπαθώ’. Το μουν λοιπόν με τη σημασία του ζητώ προέρχεται από το ελληνικό δωρικό ρήμα μ που σημαίνει ‘ζητώ’.
42. τανί = τώρα. Προέρχεται από το ελληνικό τανν που σημαίνει ‘ήδη’.
43. παλ = φωνάζω. Ο Θωμόπουλος το συσχετίζει με τα ελληνικά πάλλω και ψάλλω.
44. νομ = νόμος. Από το ελληνικό νόμος.
45. κόπος = κόπος. Από το ελληνικό κόπος.
46. μεs = μέση. Από το ελληνικό μέση.
47. πραs = πράσο. Από το ελληνικό πράσο.
48. λος (loz) = εμπαίζω, χλευάζω. Προέρχεται από τα ελληνικά λάζειν = εξυβρίζειν, λσθαι = παίζειν, λοιδωρεν, λασάσθω, λάσθω = χλευαζέτω, λάσθη = χλεύη (Ησύχιος).
49. φτον (fton) = προσκαλώ σε συμπόσιο, συμποσιάζω. Στην δεύτερη ετεοκρητική επιγραφή της Πραισού που ερμήνευσε ο Θωμόπουλος το ρήμα αυτό υπάρχει με ε, φτεν. Ο Θωμόπουλος το συσχετίζει με το υποθετικό ελληνικό ρήμα *φιδέω ή *φεδέω που θα σήμαινε ‘συμποσιάζω, εστιάζω’. Το ρήμα αυτό το υποθέτει λόγω του ουσιαστικού φιδίτια που παραδίδει ο Ησύχιος και σημαίνει ‘συσσίτια’. Τα φιδίτια θα μπορούσαν να είναι και φιλίτια και να σχετίζονται με το ομηρικό φιλέω που σημαίνει ‘φιλοξενώ’ και το δικό μας φιλεύω, που σημαίνει συμποσιάζω, εστιάζω. Από το ρήμα λοιπόν *φιδέω/φεδέω προέρχεται το ετεοκρητικό φ(ε)τέν ή φτεν και σημερινό αλβανικό φτον.
50. μα = μάλλον. Από το ελληνικό μάλλον.
51. πράj (praj) = πραΰνω, ησυχάζω κάποιον. Από το ελληνικό πραΰνω.
52. πρανόj (pranoj) = καταστρέφομαι, αποθνήσκω. Ο Ησύχιος παραδίδει τον τύπο πρανοι = πρηνίζειν, καταστρέφειν. Να είναι άραγε ο τύπος πρανοι το αλβανικό ρήμα πρανόj;
53. ρόj (rroj), ρον, ρενόj = ζω. Προέρχεται από το ελληνικό ώννυμι που σημαίνει ‘τονώνω, δυναμώνω, αποκτώ δύναμη, είμαι σε καλή υγεία, υγιαίνω’.
54. jε (lejë) = άδεια. Προέρχεται από το ελληνικό ρήμα άω (*Fεάω, με μετατροπή του διγάμματος F σε j, *jεάω) που σημαίνει ‘αφήνω, επιτρέπω’.
55. κους (kush) = ποιος. Προέρχεται από το θεσσαλικό κς που σημαίνει ‘ποιος’.
56. jο = ου, όχι. Προέρχεται από το ελληνικό ου μαζί με το προθεματικό j, δηλαδή jου. Υπήρχε και αρνητικό μόριο ο. Πρβλ. το Βοιωτικό ο πίττομαι = ου πείθομαι (Ησύχιος). Στα Αλβανικά υπάρχει και jόκε. Το κε στο jόκε είναι το ομηρικό κέ, κν που σημαίνει ‘βέβαια’. Ακόμα και στα νεοελληνικά λέμε ναι-σ-κε που σημαίνει ‘ναι βέβαια’ και όι-σ-κε που σημαίνει ‘όχι βέβαια’. Τα πελασγικό jο σώζεται και στη Σερβική και Τουρκική: jok.
57. δάς(ε) (dhashë) = έδωσα. Ανώμαλος αόριστος του ρήματος jαπ (jep), το οποίο προέρχεται από το ελληνικό πάζω. Από πού προέρχεται όμως ο αόριστος αυτού του ρήματος; Ας δούμε πώς κλίνεται: ενικ. 1) δάς(ε), δας, δατς, 2) δε, 3) δα, πληθ. 1) δάμ(ε), 2) δάτ(ε), δάν(ε). Ο αόριστος προέρχεται από ρίζα δα του δίδωμι (πρβλ. δασμός).
58. νdιέκ (ndjek), ννιέκ = διώκω. Από το ελληνικό διώκω.
59. dισκόj, νdισκόj, ννισκόj και νdεσκόj (ndëshkoj), ννεσκόj = επιπλήττω, τιμωρώ. Προέρχεται από το ελληνικό δικάζω. Πρβλ. το του Ησυχίου δισκάζεται = διαφέρεται (αντί δικάζεται).
60. λέj (lind) = γεννώ. Προέρχεται από τα ελληνικά λέχος, λεχώ που σημαίνει ‘η τίκτουσα, αυτή που γεννά’, καθώς και από το ρήμα λοχέω.
61. γαρπέρι (gjarpër) = φίδι. Προέρχεται από το ελληνικό ρπω (*σέρπω, *Fέρπω, *γέρπω). Άρα από το *γέρπω προήλθε το αλβανικό γαρπέρι.
62. κολάιj (kollaj) = εύκολα (επίρρημα). Προέρχεται από το ε-κολος, δύσ-κολος.
63. λίγα (liga) = η δυστυχία, ο όλεθρος. Προέρχεται από το ομηρικό ο λοιγός που σημαίνει ‘όλεθρος, καταστροφή’.
64. βιν (vij) = έρχομαι. Προέρχεται από το ελληνικό βαίνω.
65. ρρίj, ρρι (rri) = κάθομαι. Ο Θωμόπουλος το σχετίζει με το ελληνικό θράω που σημαίνει ‘καθίζω’ και βρίσκεται σε χρήση μόνο στον μέσο αόριστο θρήσασθαι ‘καθήσθαι’.
66. σκόπ-ι (shkop) = ράβδος, βακτηρία. Προέρχεται από το ελληνικό σκήπων ή σκίπων που σημαίνει ράβδος, βακτηρία. Με το σκόπ-ι σχετίζεται και το δικό μας ‘σκούπα’, κυρίως η ράβδος, στην οποία προσαρμόζεται το σάρωθρο και συνεκδοχικά το σάρωθρο αυτό.
67. dόρε (dorë) = χέρι. Προέρχεται από το ελληνικό δρα και δρον που σημαίνει ‘το πλάτος του χεριού, η παλάμη’.
68. βένdι (vënd) = τόπος, θέση, κατοικία, πατρίδα. Προέρχεται από το ελληνικό δος (Fέδος) που σημαίνει ‘τόπος όπου μπορεί κάποιος να καθίσει, όπως έδρα, κάθισμα, κατοικία’.
69. λαζέμ = επιθυμία, ανάγκη. Ο Θωμόπουλος το σχετίζει με το ελληνικό λάω, λιλαίομαι που σημαίνει ‘επιθυμώ, ζητώ’. Από το αλβανικό λαζέμ προέρχεται το τουρκικό lazim, lazem που σημαίνει ‘αναγκαίος’ και το βοσνιακό lazum.
70. sύρι (syri), sύνι (γκεγκ.), sύου, και sίρι, sίου = οφθαλμός. Προέρχεται από το ελληνικό ρις (*σίρις).
71. στάτε (shtatë) = επτά. Εκ πρώτης όψεως η λέξη αυτή φαίνεται ότι δεν σχετίζεται με τη λέξη πτά. Και όμως είναι η ίδια λέξη. Το –τε είναι επίθεμα, το στα- χρησιμοποιείται αντί του σετά από το *σεπτά (=πτά).
72. τjέτερε (tjetër) και jάτερε, jέτερε = άλλος. Προέρχεται από το ελληνικό τερος (Fέτερος, jέτερος), τερος (Δωρικό Βοιωτικό) και με το άρθρο θάτερος.
73. κουρ (kur) = ότε, οπότε. Προέρχεται από το ελληνικό ς (*hως, *κως).
74. σκόj (shkoj) = φεύγω, πορεύομαι. Προέρχεται από το ελληνικό κω (*σίκω).
75. τούτjε (tutje) = πέρα, εντεύθεν. Προέρχεται από το ελληνικό τούτω ή τουτώ = εντεύθεν, Λάκωνες (Ησύχιος).
76. νούρ-ι = λάμψη, όψη, πρόσωπο. Προέρχεται από το νώροψ = λαμπρός (Ησύχιος), νώροπα χαλκόν (Όμηρος). Η λέξη αυτή βρίσκεται και στην τουρκική nur που σημαίνει ‘λάμψη, φως’ και στη σερβική και ρουμανική.
77. sούπ-ι (sup) = ράχη, ώμος. Προέρχεται από το ελληνικό πτιος και λόγω δασείας *σύπτιος και με προφορά του υ ως ου *σούπτιος.που σημαίνει ‘ο επί τη ράχη κείμενος’.
78. μεργόj (mërgoj), μεργόν = απομακρύνω. Προέρχεται από το ελληνικό μέργω (*μέργω) που σημαίνει ‘απομακρύνω, δρέπω. Συγγενές είναι και το μέλγω που σημαίνει ‘απομακρύνω, αφαιρώ το γάλα από τους μαστούς’. Ο Ησύχιος διασώζει την κρητική λέξη μεργόν = εμαρμένη. Το μεργόν προέρχεται από το ρήμα μέργω και σημαίνει ό, τι δεν μπορεί κάποιος να απομακρύνει, αποφύγει, δηλαδή τη μοίρα, το ειμαρμένο.
79. ενdέρε-α (ëndërr) ανdέρε-α (andërr, γκέγκικος) = όνειρο. Προέρχεται από το κρητικό άναιρον (*άνταιρον) που σημαίνει ‘όνειρο’ (Ησύχιος). Να προσεχθεί ότι η κρητική λέξη άναιρον μοιάζει περισσότερο με την γκέγκικη λέξη αντέρε-α παρά με την τόσκικη ενdέρε-α.
80. φλας (flas) = μιλάω, φωνάζω. Προέρχεται από το ελληνικό φλέω, φληδάω που σημαίνει ‘φλυαρώ, πολυλογώ’ (Ησύχιος).
81. φόρτε (fortë) = ισχυρός. Από το λατινικό fortis ή από το ελληνικό φερτός που σημαίνει ‘ισχυρός, ρωμαλέος’, συγκριτικός φέρτερος, υπερθετικός φέρτατος; Πάντως το λατινικό fortis προέρχεται από το ελληνικό φερτός, και αυτό αποτελεί μια απόδειξη ότι το σύμφωνο φ στα αρχαία Ελληνικά δεν προφερόταν ως ph (πχ), όπως ισχυρίζονται οι οπαδοί της ερασμικής προφοράς, αλλά ως f (φ), είχε δηλαδή όμοια προφορά με τη σημερινή.
82. ράσε (rashë) = έπεσα και χτύπησα. Αόριστος του ρήματος bίε, bίj. Ο τύπος ράσε προέρχεται από το ελληνικό άσσω που σημαίνει χτυπώ, καταρρίπτω. Ο τύπος bίε κατά τον Θωμόπουλο σχετίζεται με το ελληνικό βύει = τύπτει (Ησύχιος).
83. bελjά-jα = ατύχημα. Σχετίζεται με το κρητικό βέλλιον = τυχές (Ησύχιος).
84. νεs, νέsερ (neser) = αύριο. Η λέξη νεs (νεs bρέμα = αύριο βράδυ) και νέsερ είναι σύνθετη από το ν’ και εs. Ο Ησύχιος μας παραδίδει τις κρητικές λέξεις νς ς που σημαίνουν αύριο. Η αλβανική λέξη νεs/νέsερ προέρχεται από το κρητικό νς ς. Το αλβανικό ν’ είναι η πρόθεση ν, κρητικά νς και το το αλβανικό ες είναι το κρητικό ς που σημαίνει αύριο και αποτελεί τη ρίζα ασ- του αριον αντί *ασ-ριον.
85. χάρε-α (harë), γάρε-α = χαρά. Υπάρχει και το ρήμα χαρέπς που σημαίνει ‘χαροποιώ κάποιον’. Προέρχονται από τα ελληνικά χαίρω, χάρις, χαρά.
86. γεζόj (gëzoj) = χαροποιώ, γεζόhεμ (gëzohem) = χαίρομαι. Προέρχεται από το ελληνικό γήθω, με προφορά του η ως ε, γέθ-ω.
87. βέρε-α (verë) (τοσκ.), βένε-α (γκεγκ.) = κρασί. Ομόρριζο με το ελληνικό ονος, Fοίνος. Στην ίδια ρίζα ανήκει και το κρητικό βηνα που σημαίνει ‘κρασί’. Γράφει ο Ησύχιος: «βηνα = τν ονον. Κρτες, ο δ βήλα». Το ι- προθεματικό ί-βηνα, το δε βήλα από το βήνα με εναλλαγή του λ σε ν. Από το βήλα προέρχεται το Θρακικό ζήλας που σημαίνει ‘κρασί’. Γράφει ο Ησύχιος: «ζίλαι = ονος παρ Θραξί». Το ζίλαι προήλθε από το ελληνικό βήλα με εναλλαγή του β σε ζ. Τέτοια εναλλαγή συνέβαινε στους Αρκάδες. Πρβλ. τα αρκαδικά ζέλλω αντί βάλλω, ζέρεθρον αντί βέρεθρον, βάραθρον, επιζαρέω αντί επιβαρέω κ.λπ. Αυτό μας κάνει να πιστεύουμε ότι η Θρακική γλώσσα είναι ελληνογενής.
88. άτε-ι (i ati), άτε-α και με j προθεματικό jάττι = πατέρας. Προέρχεται από το ελληνικό ττα που σημαίνει ‘πατέρας’. Στην ίδια ρίζα ανήκει και το κρητικό έττας που σημαίνει ‘πατέρας’, λέξη που παραδίδει ο Ησύχιος. Το ι είναι j προθεματικό, άρα έχουμε ιέττας =.jέττας = jάττι = άτε-ι, άτε-α.
89. βρας (vras), βρετ = φονεύω, βρίτεμ = φονεύομαι. Προέρχεται από το ελληνικό άσσω, Fράσσω, άττω, Fράττω που σημαίνει ‘χτυπώ, καταρρίπτω’ ή μάλλον από το έζω, Fρέζω που σημαίνει ‘σφάζω’.
90. χέλ-ι ή χέjε-α = ακόντιο. Προέρχεται από την ελληνική λέξη κλον που σημαίνει βέλος. Το η προφερόταν στην προκλασσική ελληνική ως ε μακρό, άρα η λέξη κλον προφερόταν κέλον. Χέλ-ι και κέλ-ον είναι οι ίδιες λέξεις.
91. σκύτ-ι = ασπίδα. Προέρχεται από το ελληνικό σκύτος που σημαίνει ‘δέρμα’, διότι από δέρμα κατασκευάζονταν οι πρώτες ασπίδες. Ο Meyer ετυμολογεί το αλβανικό σκύτ-ι από το λατινικό scutum. Η άποψή του όμως αυτή δεν ευσταθεί, διότι η ασπίδα στα αλβανικά λέγεται και σκούλ-ι, το οποίο προέρχεται από το ελληνικό σκύλος (γεν. σκύλεος), που σημαίνει δέρμα ζώου.
92. κετσέιj (këçej) ή κετσέν = πηδώ, σπεύδω, τρέχω. Προέρχεται από το ελληνικό κηκίω που σημαίνει ‘αναπηδώ’. Το κηκίω με προφορά του η ως ε και τροπή του κ σε τς έγινε κετσίω = κετσέιj.
93. κενdύ, κενdύι, κενύ, κενύι = εκεί, κενdέι (kendëj), κεννέι = εδώ. Σχετίζεται με τα κυπριακά κηνούει, κηνώ = κε, κιδνόν = νθάδε. Πάφιοι (Ησύχιος) και το κρητικό κηρούει = κε (Ησύχιος).
94. τερ = θερμαίνω, λιάζω, στεγνώνω στον ήλιο, παθητ. τέρεμ = θερμαίνομαι, λιάζομαι. Προέρχεται από το θέρεσθαι = θερμαίνεσθαι, πρς λιον χλιαίνεσθαι (Ησύχιος).
95. άρρεα (arrë) ή hάρρεα = καρύδι. Προέρχεται από το ελληνικό κάρυον.
96. πjεκ (pjek) = ψήνω, ωριμάζω (επί καρπών). Προέρχεται από το ελληνικό πέσσω που σημαίνει ‘ψήνω, ωριμάζω’.
97. τακόj (takoj) = τσακώνω. Ο Θωμόπουλος το σχετίζει με το δωρικό ζαγόω που σημαίνει ‘πιάνω, τσακώνω’.
98. θιθ (thith), θιθίνj = τρέφω, θηλάζω. Προέρχεται από το ελληνικό τιθην που σημαίνει ‘τρέφω, θηλάζω’. Γράφει ο Ησύχιος: «τιθηνε· τρέφει».
99. θίθε-α (thithë) = μαστός. Προέρχεται από το ελληνικό τιτθός, τιτθίον που σημαίνει ‘μαστός’.
100. djάλjε-ι (djalë) = παιδί, γιος. Προέρχεται από το ελληνικό *δάλιον που σημαίνει ‘παιδί’. Αυτός ο τύπος είναι υποθετικός και τον υποθέτουμε από το ρήμα «δαλιοχεν· τ παιδ συνεναι. Αμπρακιται», που διασώζει ο Ησύχιος. Επίσης μπορεί να σχετίζεται με το Ομηρικό θάλος που σημαίνει ‘τέκνο’.
101. Αγό-jα = θεός. Προέρχεται από τις παρακάτω ελληνικές λέξεις που διασώζει ο Ησύχιος: «γρέτα· γεμόνα, θεόν, αγός· γεμών, κα έρεια ν Πέργη, βώβας· δωνις π Περγαίων, γεα· τεμένη, γέων· ερν, γήτης· ερωμένος».
102. αγόj (agoj) = διαυγάζω, εξημερώνω. Προέρχεται από τα ελληνικά αγ, αγάζω, τα οποία προέρχονται από το αγ που σημαίνει ‘η λάμψη και το χάραγμα’. Το αγ σχετίζεται με το ρήμα αξω (=αγ-σω), από όπου προήλθε και το λατινικό augeo.
103. τυμόν (tymon), τυμόj (tymoj) = καίω ούτως ώστε να παράγω καπνό, τύμ-ι (tym) = καπνός, τυμός = καπνίζω. Παράγονται από το ελληνικό θυμιάω (με προφορά του θ ως τ τυμιάω) που σημαίνει ‘καίω ούτως ώστε να παράγω καπνό’.
104. δες, dες (ndëz) = ανάβω, ερεθίζω κάποιον. Προέρχεται από το ελληνικό δαίω που σημαίνει ‘καίω και εξάπτω’ (Ησύχιος).
105. πλjοτ (plotë) = πλήθος, πλήρης. Προέρχεται από τα πλείων, πλέον, πλοτος.
106. νέμε (τοσκ.), νάμε (γκεγκ.) = κατάρα. Προέρχεται από το ελληνικό νέμεσις.
107. νεμεσόν = καταριέμαι. Προέρχεται από το ελληνικό νεμεσάω που σημαίνει ‘οργίζομαι, μέμφομαι’.
108. ουρόν, ουρόj (uroj) = ευλογώ, εύχομαι. Προέρχεται από το ελληνικό ράομαι = ευλογώ, εύχομαι. Το αντίθετο είναι το καταρώμαι που στα αλβανικά είναι ουρέj (urrej), ουρόν και σημαίνει ‘μισώ’.
109. ουράτε-α (uratë) = ευλογία, ευχή. Προέρχεται από το ελληνικό αρά που σημαίνει ευλογία, ευχή. Το αντίθετο είναι η κατάρα που στα αλβανικά είναι ουρύερα (urrejtjë) που σημαίνει ‘μίσος’.
110. μjέκ-ου (mjek) = γιατρός (στα γκεγκικά σημαίνει και ‘εξόρκισμα νόσου’). Προέρχεται από το ομηρικό μχος (που τότε προφερόταν ως μέκ-ος) που σημαίνει ‘θεραπεία’. Από τη λέξη μχος προέρχεται και το όνομα Μαχάων. Ο Μαχάων ήταν γιος του Ασκληπιού και διακρινόταν για τις ιατρικές του γνώσεις.
111. μαγjί-α (magji) = μαγία. Προέρχεται από την ελληνική λέξη μαγία.
112. hεθ (hedh) = χύνω, κάνω σπονδή στις θυσίες. Προέρχεται από το ελληνικό χέω (*χέFω) που σημαίνει ‘χύνω’.
113. πρέβε-α = οδός. Από την πρόθεση πρε και βε-α. Το βέ-α σχετίζεται με το αλβανικό ρήμα βέτε που σημαίνει ‘πορεύομαι’ και προέρχεται από το ελληνικό ρήμα βαίνω.
114. βέπρε-α (vepër) = έργο. Ο Θωμόπουλος (Πελασγικά, 191) το ετυμολογεί από το ελληνικό έζω που σημαίνει ‘πράττω’, Fρέζω, Fερέζω, Fερέκτης = ρέκτης, Fερκ-, Fεκρ-, Fεπρ-.
115. πρες (pres) = κόβω. Προέρχεται από το ελληνικό πρίω που σημαίνει ‘κόβω με πριόνι’.
116. τέρε (i terë) (τοσκ.), τάνε (γκεγκ.) = όλος, ολόκληρος. Το τάνε προέρχεται από το ελληνικό ταναός που σημαίνει ‘εκτεταμένος, ολόκληρος’ (πρβλ. ταναηκέα· δι’ λου κονημένα, Ησύχιος). Το τέρε προέρχεται από το ελληνικό τέλος, τέλειος.
117. τε, τεκ (tek) = όπου (στον οποίο τόπο ή χρόνο). Προέρχεται από το ελληνικό τ, τκε, που σημαίνει ‘όπου’.
118. μεν, μέj, μένιj = μειώνω, ελαττώνω. Προέρχεται από το ελληνικό μει.
119. βεστρόj (vështroj), βεστρόν = κοιτάζω, εξετάζω. Προέρχεται από το ελληνικό Fιστορέω, στορέω που σημαίνει ‘βλέπω, παρατηρώ, εξετάζω’.
120. άνι ή ανί = έστω, έπειτα, λοιπόν. Από το α διαζευκτικό, το οποίο είναι το ελληνικό , και νι, το οποίο είναι το ελληνικό νύ ή νν.
121. bλέj (blej) (*bελέj) = αγοράζω. Προέρχεται από το ελληνικό βαλάω που σημαίνει ‘αγοράζω’ (βαλάσαι = αγοράσαι, Ησύχιος).
122. ζα (γκεγκ.), ζε (zë) (τοσκ.) = πιάνω, συλλαμβάνω, αρχίζω. Προέρχεται από το ελληνικό ζαγ-όω που σημαίνει ‘πιάνω, συλλαμβάνω’. Να προσεχθεί η ομοιότητα του ζαγόω με τον γκέγκικο και όχι με τον τόσκικο τύπο.
123. πούνε-α (punë) = εργασία. Προέρχεται από το ελληνικό πόνος. Πρβλ. Ησύχιο «πήνην· λέγεται ργασία». Και ρήμα πουνόj από το ελληνικό πονέω.
124. βάρρ-ι (varr), βόρρ-ι ή *βέρρ-ι = τάφος, μνήμα. Προέρχεται από το ελληνικό ρίον, Fηρίον (με προφορά του η ως ε, Fερίον) που σημαίνει ‘τάφος, τύμβος’.
125. hελκ, hεκ (hëk) = έλκω. Προέρχεται από το ελληνικό λκω, με δασεία χέλκω.
126. τσιλιμί = παιδί, γιος. Προέρχεται από το ελληνικό κελμίς που σημαίνει ‘παιδί’, με προφορά του κ ως τς *τσελμίς = αλβανικό τσιλιμί.
127. πjελ (pjell) (αόριστος πόλα) = τίκτω, γεννώ. Προέρχεται από το ελληνικό πέλω που σημαίνει ‘γίνομαι, είμαι’.
128. λέj (lind) = τίκτω, γεννώ (επί γυναικών). Προέρχεται από τα ελληνικά λέχος = γυνή (Ησύχιος), λεχώ που σημαίνει ‘η τίκτουσα’, λοχος που σημαίνει ‘η σύζυγος’ και λοχεύει = τίκτει, γενν (Ησύχιος).
129. dάdε-α (dade) = τροφός, επιμελήτρια. Η λέξη dαdα υπάρχει και στην τουρκική, στη βουλγαρική, στη σερβική και στη ρουμανική. Την αλβανική λέξη dάdε-α αποδεικνύουν αρχαιοελληνική, και μάλιστα Αθηναϊκή, τα του Ησυχίου «δαδαίνειν· μεριμνν, φροντίζειν, Αθναι», καθώς και το δανδαίνειν, το οποίο είναι το δικό μας νταντεύω ‘μεριμνώ, επιμελούμαι’.
130. bούρρε-ι (burrë) = άνδρας (από 20-45 ετών). Προέρχεται από το ελληνικό ερην ή ρν (Fιρήν), όπως λεγόταν ο Λακεδαιμόνιος νεανίας που είχε συμπληρώσει το 20ο έτος. Άλλοι σχετίζουν το αλβανικό bούρρε-ι με το λατινικό vir.
131. πο (po) = Το μόριο πο έχει στην Αλβανική πολλές σημασίες. 1) Προτάσσεται του ρήματος (ενεστώτας, παρατατικός) σημαίνοντας ‘ήδη, μέχρι τούδε, ακόμα’. Π.χ. hα = τρώω, πο hα = ήδη, ακόμα τρώω, hάνα = έτρωγα, πο hάνα = ήδη, ακόμα έτρωγα. Αντιστοιχεί προς το ελληνικό πω στα ο πω, μή πω που σημαίνουν ‘όχι μέχρι τούδε’ και πώ ποτε που σημαίνει ‘ήδη ποτέ’. 2) Βεβαιωτικό ‘ναι, μάλιστα’. Αντιστοιχεί προς το ελληνικό που στα που. 3) Αντιθετικό, ‘αλλά, όμως’. Πρβλ. ελληνικά μ-πης, μ-πα που σημαίνουν ‘όμως’ (Πίνδαρος, Όμηρος). 4) πο, πορ ‘μόνο, εκτός’. 5) πο ή ποσά ‘άμα’. 6) Τροπικώς, ‘πως’.
132. πα = χωρίς, άνευ. Πρόθεση συντασσόμενη με γενική ή σε σύνθεση με ουσιαστικά, επίθετα ή μετοχές, όπως παbέsε που σημαίνει ‘χωρίς πίστη, άπιστος’ από το πα που σημαίνει ‘χωρίς’ και το bέsε που σημαίνει πίστη. Ο Meyer παρατηρεί ότι το αλβανικό τούτο πα προέρχεται από το -πο της ελληνικής πρόθεσης πό, η οποία έχει στερητική σημασία, όπως στα πόσιτος που σημαίνει ‘άσιτος’, πότιμος που σημαίνει ‘άτιμος’, ποχρήματος που σημαίνει ‘άνευ χρημάτων, αχρήματος’, παυδάω, παγορεύω που σημαίνει ‘ουδαμώς επιτρέπω’. Υπάρχει και π στα αρχαία Ελληνικά με τη σημασία του όχι, όπως π μάλα αντί του ο μάλα. Στα Αλβανικά υπάρχει και άλλο πα παρακελευσματικό από το πρα που σημαίνει ‘λοιπόν’.
133. hα = τρώω. Προέρχεται από το ελληνικό ω που σημαίνει ‘χορταίνω’.
134. bέsε (besë) = πίστη. Προέρχεται από το Ομηρικό πεσα που σημαίνει ‘πίστη, υπακοή, ευπείθεια’.
135. έντεα = αγγείο. Στον πληθυντικό είναι έντατε και σημαίνει ‘αγγεία, σκεύη, ιδίως μαγειρικής’. Προέρχεται από το ομηρικό ντεα που σημαίνει ‘σκεύη’. Να προσεχθεί ότι η λέξη είναι ακριβώς η ίδια στα Ελληνικά και στα Αλβανικά.
136. εντ, ενd (end) = υφαίνω. Προέρχεται από το ομηρικό ντύω, ντύνω που σημαίνει ‘παρασκευάζω, ετοιμάζω, ευτρεπίζω’.
137. γjάλπε-ι (gjalpë) και (ουδετ.) γjάλπετε = βούτυρο. Προέρχεται από τα ελληνικά λπος που σημαίνει ‘έλαιο’ (Ησύχιος) και λφος που σημαίνει ‘βούτυρο’ στους Κύπριους (Ησύχιος). Η λέξη λπος με δίγαμμα είναι Fέλπος = *γέλπος = αλβανικό γjαλπε-ι.
138. κjενdρόj (qëndroj), κjενdρόν, κjινdρόj (γκεγκ.) = ίσταμαι, στηρίζομαι. Προέρχεται από το ελληνικό δρύω (*κιδρύω, hιδρύω). Υπάρχει το αλβανικό ουσιαστικό κjένdρε-α (qendër) που σημαίνει ‘κέντρο, στάση’. Αυτό προέρχεται από το ελληνικό κέντρον.
139. hαπ (hap) = ανοίγω. Προέρχεται από το ελληνικό κάπτω που σημαίνει ‘ανοίγω’.
140. νίπ-ι (nip) = ανηψιός. Προέρχεται από το ομηρικό νέποδες που σημαίνει ‘τέκνα, απόγονοι’.
141. σουάj, σουάν, σβαν, σουέj, σουέν, σβεν = σβύνω, πεθαίνω. Προέρχεται από το ελληνικό σβέννυμι. Η μετοχή ε σούαρα σημαίνει ‘θάνατος’.
142. dρεθ = στρέφω, κλώθω νήμα. Προέρχεται από το ελληνικό τρέπω.
143. δουρόj, δουρόν και δερόν = δωρίζω, χαρίζω. Προέρχεται από το ελληνικό δωρ.
144. κουbόj, κοbόj και κεπόj = απατώ. Προέρχεται από τα ελληνικά κοΐα (*κοFία) που σημαίνει ‘κλέψημα’, κόβαλος που σημαίνει ‘απατεώνας και κοβαλεύω που σημαίνει ‘απατώ’.
145. sοh = βλέπω. Προέρχεται από το ελληνικό σάω που σημαίνει ‘βλέπω’.
146. bλέj = πουλάω. Προέρχεται από το ελληνικό βαλάω που σημαίνει πουλάω (Ησύχιος).
147. τρουτsόj = αθροίζω. Προέρχεται από το ρήμα αθροίζω (α-θροίζω, με προφορά του θ ως τ και του ο ως ου α-τρουίζω).
148. κουτsόj, κουdsόj, γουdsόj, γεζόj = τολμώ. Προέρχεται από το ελληνικό κοτέω, με προφορά του ο ως ου κουτέω και σχηματίστηκε το αλβανικό κουτsόj.
149. δάσε = έδωσα. Οριστική αορίστου του ρήματος απ. Κλίνεται ως εξής: δάσε, δε, δα, δαμ, δάτε, δαν. Είναι ίδια ρίζα με το ελληνικό δίδωμι.
150. μάρρε = μωρός, ανόητος. Είναι μετοχή του μαρρ (αόριστος μόρα) που σημαίνει ‘λαμβάνω’. Για την έννοια πρβλ. το δικό μας παρμένος, αλλοπαρμένος. Σχετίζεται ετυμολογικά με το ελληνικό μωρός. Υπάρχει και αλβανικό μάρρε που σημαίνει ‘μωρία’, και αλβανικό μαρρός, παθητικό μαρρόsεμ που σημαίνει ‘μωραίνομαι’ και προέρχεται από το ελληνικό μωρόομαι.
151. μέj = μειώνω, κάνω ελλιπές. Προέρχεται από το ελληνικό μει που σημαίνει ‘μειώνω’.
152. hαλjινος = φθείρω, χάνω. Προέρχεται από το ελληνικό λιόω (με προφορά της δασείας ως χ, χαλιόω) που σημαίνει ‘καταστρέφω, χάνω’.
153. hαλj = φθορά, καταστροφή, δυστυχία. Προέρχεται από το ελληνικό λιος (με προφορά της δασείας ως χ, χάλιος) που σημαίνει ‘μάταιος, χαμένος’.
154. θρόν-ι και φρόν-ι = κάθισμα. Προέρχεται από το ελληνικό θρόνος.
155. λjύεν, λjύεj, λjύj και λjίεν = αλείφω. Προέρχεται από το ελληνικό α-λίνω που σημαίνει ‘αλείφω’.
156. νίsεμ = εκκινώ, πορεύομαι, στολίζομαι. Προέρχεται από το ελληνικό νίσσομαι.που σημαίνει ‘πορεύομαι’.
157. μbουρόν, μουρόj (γκεγκ.) και πουρόν (τοσκικά στο Μπεράτι) = υπερασπίζω. Ο Θωμόπουλος (Πελασγικά, σελ. 316) το σχετίζει με το ελληνικό μάρναμαι ή μόρναμαι και βάρναμαι που σημαίνει ‘μάχομαι’, μορνάμενος = μαχόμενος (Ησύχιος).
158. jέτε = ζωή. Προέρχεται από το ελληνικό έτος. Ο Ησύχιος μας παραδίδει λέξη γέτος που σημαίνει ‘ενιαυτός’.
159. jενί = γένος. Προέρχεται από το ελληνικό γένος.
160. νdέρ-ι (nder-i), νdέρε-ι και νdέρι-jα (γκεγκ.) = τιμή, υπόληψη, χάρη, αμοιβή, δώρο. Προέρχεται από το ελληνικό γέρας που σημαίνει ‘τιμή, σεβασμός, δώρο’. Το γέρας με εναλλαγή του γ και δ που συμβαίνει στα Ελληνικά και στα Αλβανικά, δέρ-ας = der = nder.
161. κjιέλ-ι (qiell-i) = ουρανός. Προέρχεται από το ελληνικό κιέλη που σημαίνει ‘φέγγος, αυγή, φως’ (Ησύχιος).

Βιογραφικό:

Ο Μάριος Δημόπουλος είναι γλωσσολόγος-εθνολόγος, διατροφολόγος (DCN, FACACN),  και συγγραφέας. Γεννήθηκε το 1975. Σπούδασε φιλολογία με ειδικότητα στη γλωσσολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στη συνέχεια στράφηκε προς τις φυσικές θεραπείες και σπούδασε κλινική διατροφολογία και συνεχίζει τις σπουδές του στη φυσική ιατρική. Είναι μέλος του American Council of Applied Clinical Nutrition και του American Association of Drugless Practioners. Είναι συγγραφέας 11 βιβλίων. Περισσότερες λεπτομέρειες για τον κ. Δημόπουλο http://www.greeks-albanians.com/top-cv
ΣΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑ

Η κατάρριψη της θεωρίας της καταγωγής των Αλβανών από τον Καύκασο. Αποδείξεις συσχέτισης των Αλβανών με τα πελασγικά φύλα του Αιγαίου


1 Σχόλια

Επιτρέπονται σχόλια σε ότι γλώσσα θέλετε, φυσικά και σε greeklish.
ΥΒΡΙΣΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ ΔΕΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ

ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΩΝ ΔΕΝ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΩΝ

ΔΕΝ ΦΕΡΟΥΜΕ ΚΑΜΙΑ ΕΥΘΥΝΗ ΓΙΑ ΤΑ ΑΝΩΝΥΜΑ Ή ΕΠΩΝΥΜΑ ΣΧΟΛΙΑ

  1. Όι Αλβανοί:
    Το Άλφα στην αλφαβήτα μας δεν είναι για φιγούρα...Αντιπροσωπεύει τόν ΑΣΣΟ στη γή το Πρώτο την "Α" ή αλιώς Πρωτογενές ενέργεια δηλαδή, Πυρηνική-Ηλικακή ενέργεια, το ΦΩΣ
    Το Άλφα σύν τοίς άλλοις, αντιπροσωπεύει τίς ακτίνες του φωτός, και το υγρό στοιχιο στη γη,
    Στην Ελλάδα έχουμαι τόν μεγαλοπρεπή Α ποταμό, τον ονομάζουμαι ΑΛΦΕΙΟ...επίσης όλοι έχουμε πράγματα με μεγαλύτερη αξία από άλλα, μέ “Άλφα τιμή” που ονομάζουμε Τιμαλφή.
    Ο Καύκασος όπου ο ΖΕΥΣ έδεσε τον ΠΡΟΜΗΘΕΑ στα βράχια, είναι και αυτός το Α άλφα όρος στη γή, εκεί κοντά, ήταν και η ALFANIA Δωρικά.
    Όμως, το δίγαμα F μέχρι το 402 ΠΧ προφέρωταν ελαφρώς σαν B, όπως, Nafs και μετά το 402 Π.Χ, Ναύς,…. Navis, Navy… και γιαυτό σήμερα, λέμε ΑΛΒΑΝIΑ Και… CAUCUS = Διήκηση)
    ALFA-NIA.....To NIA.. από τήν λέξη "Δονία" ή γή δονείται Έτσι έχουμαι Μάκε-Δονία = η μεγαλύτερη ακτογραμή σε Μάκος Δωρικά, και Μήκος Ιωννικά της Ελλάδος όπου, το κύμα σπάει στά βράχια με ορμή, καί δονεται η Δώνα γή.
    Επίσης Δονιάς/ντουνιάς λέγεται η γης από τη δόνηση, ΑΛΒΑΝΙΑ = “Άλφα δονία” άσχετο τί αφήνουν νά εννοηθεί σήμερα οι σημερινοί Αλβανοί.
    Ού Τίς,...... απάντηση ο Οδυσσέας στον Κύκλωπα όταν τον ρώτησε Πως σε λένε?
    Άυτό ακριβώς εγειναν οι Αλφανοί του Καυκάσου, έχασαν την ταυτότητα τους, την ιδιότητα τους, την Πατρίδα τους, τον 5ο αιώνα μ.Χ. είχαν πέσει σε τέτοια κατάθλιψη, πού εάν ρωτούσες έναν από αυτούς "πώς σέ λένε" απαντούσε Ού Τίς, δηλαδή όχι καπιος με ιδιαίτερη σημασία επιδή, όντως ένοιωθαν μηδαμινοί με δίχως πατρίδα,
    Οί Τούρκοι έφεραν τους Αλβανούς πλέων στην Βαλκανική Χερσόνησο μαζί με τα κοπάδια τους (ώς κινητό κρεοπωλείο με φρέσκο κρέας για τον Οθωμανικό στρατό) το 12ο αιώνα ΜΧ,
    Έως σήμερα ακούμε γιά Καυκάσια παρουσία και ό Κολοκοτρώνης: "Τουρκαλβανοι"
    Οι Πέρσες ονόμασαν τους ALFANOYS του Καυκάσου Από το "Ού Τίς" + Άράν πού ονόμαζαν την Αλβανία του Καυκάσου, Αρναούται, κοινώς Αρναούτηδες....
    Αράν + Ού Τίς = Αρναούτης
    Στόν Τρωικό πόλεμο, με τους Τρώες πολέμησαν οι Αλφανοι. Eπίσης, στην εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, με τους Πέρσες. . Έπίσης 400 χρόνια με τους Τούρκους “asinum et Fraki” και ακόμα είναι "tale quale" καθώς επίσης, και στόν πρώτο καί δεύτερο παγόσμιο πόλεμο είδαμε τα καμώματα τους....
    Αράν είναι το όνομα της Αλβανίας του Καυκάσου στην Περσική Γλώσσα
    Σκηπετάρ = αυτός που κρατάει το Σκήπτρο....Αρχαιώτατη Ελληνική λέξη.
    Oι Αρχαίοι ΑΛΦΑΝΟΙ, όντως κρατούσαν τά σκήπτρα στην γύρω περιοχή του Καυκάσου
    "Έξοχοι Αλέων" και μετέπειτα Χριστιανοί όμως, δεν άντεξαν, υπεκυψαν στην Μουσουλμανική κυριαρχία... 6ο αιών M.X.
    "πλιάτσικο" = παραφθωρά της Λέξης Λεία από εδώ και "looting"
    Τσάμης/δες, από τον αρχαίο ποταμό θύαμης η THYAMES (Δωριστή) ό σημερινός Καλαμάς πού είναι ο μεγαλύτερος σε μήκος ποταμός της Ηπείρου,
    Αυτός, ο ένας ποταμος θύαμης γιατί, ο άλλος Θύαμης, διασχίζει το λονδίνο.


    ΑπάντησηΔιαγραφή
Νεότερη Παλαιότερη

'